
Η εμφάνιση της ΑΕΚ στον τελικό του Κυπέλλου ήταν απογοητευτική.
Αν και πολλοί θα περίμεναν ότι η ”δίψα” για την κατάκτηση ενός τροπαίου, αλλά και η πίεση από τους προηγούμενους χαμένους τελικούς θα λειτουργούσε θετικά για την Ένωση, η οποία θα εμφανιζόταν στον αγωνιστικό χώρο του Πανθεσσαλικού αποφασισμένη και με πάθος για τη νίκη, η εμφάνιση των κιτρινόμαυρων ήταν εντελώς διαφορετική.
Μια ΑΕΚ που ξεκίνησε ναι μεν δυναμικά και είχε ευκαιρίες στα πρώτα λεπτά, αλλά από την στιγμή που δέχτηκε το γκολ ”πάγωσε” και ήταν φανερό ότι δεν είχε τον χαρακτήρα για να αντιδράσει.
Οι κιτρινόμαυροι δέχτηκαν το γκολ στο 9′ και έκτοτε δεν δημιούργησαν κάποια φάση σημαντικότερη από αυτές που είχαν δημιουργήσει μέχρι να βρεθούν πίσω στο σκορ.
Κέρδισαν αρκετά κόρνερ και φαουλ γύρω από την περιοχή, όλα όμως είχαν το ίδιο αποτέλεσμα: Μια εύκολη απομάκρυνση της μπάλας από την άμυνα του Ολυμπιακού.
Ο Ολυμπιακός έδινε χώρο στην ΑΕΚ και έξυπνα στην αντεπίθεση δημιουργούσε συνεχώς καλές ευκαιρίες για γκολ.
Η ΑΕΚ δεν είχε όμως και το πλάνο για να καταφέρει ορθολογικά να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για κάποιο γκολ. Ο Ολυμπιακός την οδηγούσε συνεχώς στα άκρα και από εκεί η ΑΕΚ με σέντρες προσπαθούσε να βρει την ευκαιρία της. Αλλά οι ερυθρόλευκοι ακριβώς αυτό ήθελαν. Με τον Μπα και τον Σισέ στην άμυνα οι σέντρες της ΑΕΚ ήταν εύκολες. Δεν είχε κανένα πρόβλημα το κεντρικό αμυντικό δίδυμο του Ολυμπιακού.
Εκεί πάντως που αξίζει να σταθεί κανείς είναι το τελευταίο 20λεπτό του αγώνα. Συνήθως σε τέτοια παιχνίδια, σε έναν τελικό δηλαδή, η ομάδα που βρίσκεται πίσω στο σκορ, τα δίνει όλα για την ισοφάριση. Έστω και αν προσπαθεί για αυτήν χωρίς ορθολογικό ποδόσφαιρο.
Το τελευταίο 20λεπτό ήταν μακράν και το πιο αδιάφορο του τελικού. Η ΑΕΚ δεν μπορούσε πλέον ούτε να πιέσει, έστω και με σέντρες, έστω και μη ορθολογικα.